Νόμος 3487/06
ΦΕΚ Α΄ 190/11/09/2006
Ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο της Οδηγίας 2003/ 51/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Ιουνίου 2003 «για την τροποποίηση των Οδηγιών του Συμβουλίου 78/660/ΕΟΚ, 83/349/ΕΟΚ, 86/635/ΕΟΚ και 91/674/ΕΟΚ σχετικά με τους ετήσιους και τους ενοποιημένους λογαριασμούς εταιρειών ορισμένων μορφών, τραπεζών και άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και ασφαλιστικών επιχειρήσεων» (ΕΕΙ.178/17.7.2003
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο πού ψήφισε η Βουλή:
1. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 42α του K.Ν. 2190/1920 (ΦΕΚ 37 Α΄), όπως ισχύει, προστίθενται νέα εδάφια, ως εξής:
«Οι ανώνυμες εταιρείες, των οποίων μετοχές ή άλλες κινητές αξίες είναι εισηγμένες σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά, καθώς και οι ενοποιούμενες σε αυτές επιχειρήσεις, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 134, καταρτίζουν, επιπροσθέτως, κατάσταση μεταβολών ιδίων κεφαλαίων, καθώς και κατάσταση ταμιακών ροών.
Τις καταστάσεις του προηγούμενου εδαφίου καταρτίζουν και όσες ανώνυμες εταιρείες συντάσσουν ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις των οποίων μετοχές ή άλλες κινητές αξίες δεν είναι εισηγμένες σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά, καθώς και οι ενοποιούμενες σε αυτές επιχειρήσεις.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, καθορίζεται το περιεχόμενο της κατάστασης μεταβολών ιδίων κεφαλαίων και της κατάστασης ταμιακών ροών που προβλέπονται στο προηγούμενο εδάφιο».
2. Στο άρθρο 42β του Κ.Ν. 2190/1920 προστίθεται νέα παράγραφος 8, ως εξής:
«8. Κατά την αναγραφή των αριθμητικών στοιχείων στους λογαριασμούς Ισολογισμού και Αποτελεσμάτων Χρήσεως, λαμβάνονται υπόψη η ουσία της απεικονιζόμενης συναλλαγής και ο σχετικός διακανονισμός».
3. Στο σημείο Β΄ του «Παθητικού» του υποδείγματος Ισολογισμού των παραγράφων 4.1.102 και 4.1.103 του Π.Δ. 1123/1980 (ΦΕΚ 283 Α΄), στο οποίο γίνεται παραπομπή από το άρθρο 42γ του Κ.Ν. 2190/1920, ο τίτλος «Προβλέψεις για κινδύνους και έξοδα» αντικαθίσταται από τον τίτλο «Προβλέψεις».
4. Στο τέλος της παραγράφου 14 του άρθρου 42ε του Κ.Ν. 2190/1920 προστίθεται νέο εδάφιο, ως εξής:
«Οι προβλέψεις δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για την προσαρμογή της αξίας στοιχείων του Ενεργητικού».
5. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 43 του Κ.Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:
«- λαμβάνονται υπόψη όλες οι υποχρεώσεις που προέκυψαν κατά τη διάρκεια του τρέχοντος ή των προηγούμενων οικονομικών ετών, ακόμα και αν οι εν λόγω υποχρεώσεις καθίστανται εμφανείς κατά το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της ημερομηνίας του Ισολογισμού και της ημερομηνίας κατάρτισης αυτού».
6. Στο τέλος της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 43 του Κ.Ν. 2190/1920 προστίθεται νέο εδάφιο, ως εξής:
«Επίσης, λαμβάνονται υπόψη όλες οι προβλεπόμενες υποχρεώσεις και πιθανές ζημίες που προέκυψαν κατά τη διάρκεια του τρέχοντος ή των προηγούμενων οικονομικών ετών, ακόμα και αν οι εν λόγω υποχρεώσεις ή ζημίες καθίστανται εμφανείς μόνον κατά το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της ημερομηνίας του Ισολογισμού και της ημερομηνίας κατάρτισης αυτού».
7. Οι περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 43α του Κ.Ν. 2190/1920 αντικαθίστανται, αντιστοίχως, ως εξής:
«α) Η ετήσια Έκθεση Διαχείρισης του Διοικητικού Συμβουλίου προς την τακτική Γενική Συνέλευση περιλαμβάνει, τουλάχιστον, την πραγματική εικόνα της εξέλιξης και των επιδόσεων των δραστηριοτήτων της εταιρείας και της θέσης της, καθώς και την περιγραφή των κυριότερων κινδύνων και αβεβαιοτήτων που αντιμετωπίζει.
Η εικόνα αυτή πρέπει να δίνει μία ισορροπημένη και περιεκτική ανάλυση της εξέλιξης και των επιδόσεων των δραστηριοτήτων της εταιρείας και της θέσης της, η οποία πρέπει να αντιστοιχεί προς το μέγεθος της και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων της.
Επιπλέον, η εταιρεία που υπερβαίνει τα όρια που τίθενται στην παράγραφο 6 του άρθρου 42α, στο βαθμό που απαιτείται για την κατανόηση της εξέλιξης της εταιρείας, των επιδόσεων της ή της θέσης της, η ανάλυση της Έκθεσης Διαχείρισης περιλαμβάνει τόσο χρηματοοικονομικούς όσο και, όπου ενδείκνυται, μη χρηματοοικονομικούς βασικούς δείκτες επίδοσης, που έχουν σχέση με το συγκεκριμένο τομέα δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με περιβαλλοντικά και εργασιακά θέματα.
Στα πλαίσια της ανάλυσης αυτής, η ετήσια Έκθεση Διαχείρισης περιλαμβάνει, όπου ενδείκνυται, αναφορές και πρόσθετες εξηγήσεις για τα ποσά που αναγράφονται στους ετήσιους λογαριασμούς.
β) Επιπλέον, στην Έκθεση Διαχείρισης αναφέρονται:αα) κάθε σημαντικό γεγονός που συνέβη από τη λήξη της χρήσης μέχρι την ημέρα υποβολής της Έκθεσης,
ββ) η προβλεπόμενη εξέλιξη της εταιρείας,
γγ) οι δραστηριότητες στον τομέα ερευνών και ανάπτυξης και
δδ) η ύπαρξη υποκαταστημάτων της εταιρείας».
8. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 43β του Κ.Ν. 2190/1920 προστίθενται νέα εδάφια, ως εξής:
«Η έκθεση των Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών, που είναι υπεύθυνοι για τον έλεγχο των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων, δεν πρέπει να συνοδεύει τη δημοσίευση αυτή, αλλά πρέπει να γνωστοποιείται αν η γνώμη του Ελεγκτή εκφράσθηκε με ή χωρίς επιφυλάξεις ή αν ήταν αντίθετη ή αν οι Ορκωτοί Ελεγκτές δεν ήταν σε θέση να εκφράσουν τη γνώμη τους. Πρέπει, επίσης, να γνωστοποιείται αν η έκθεση των Ορκωτών Ελεγκτών περιλαμβάνει παραπομπές σε θέματα στα οποία οι ελεγκτές επιθυμούν να επιστήσουν την προσοχή, χωρίς να διατυπώσουν επιφυλάξεις στη γνώμη τους».
9. Στο τέλος της παραγράφου 6 του άρθρου 42α του Κ.Ν. 2190/1920 προστίθεται νέο εδάφιο, ως εξής:
«Οι εταιρείες αυτές, εφόσον δεν υπάγονται στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 134, μπορούν να μην εκλέγουν τους ελεγκτές τους από το Σώμα Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών».
10. Στο τέλος του άρθρου 37 του Κ.Ν. 2190/1920 προστίθεται παράγραφος 5, ως εξής:
«5. Η έκθεση των ελεγκτών περιλαμβάνει οπωσδήποτε τα ακόλουθα:
α) Εισαγωγή, στην οποία προσδιορίζονται οι ετήσιοι λογαριασμοί που αποτελούν αντικείμενο του νόμιμου ελέγχου, καθώς και το συγκεκριμένο πλαίσιο χρηματοοικονομικής πληροφόρησης που εφαρμόσθηκε κατά την κατάρτιση τους.
β) Περιγραφή του εύρους του νόμιμου ελέγχου, στην οποία αναφέρονται και τα ελεγκτικά πρότυπα, βάσει των οποίων διενεργήθηκε ο νόμιμος έλεγχος.
γ) Ελεγκτική γνώμη, στην οποία οι ελεγκτές εκφράζουν τη γνώμη τους με σαφήνεια, για το κατά πόσον οι ετήσιοι λογαριασμοί παρέχουν πιστή και πραγματική εικόνα σύμφωνα με το αντίστοιχο πλαίσιο χρηματοοικονομικής πληροφόρησης και για το κατά πόσον οι ετήσιοι λογαριασμοί πληρούν τα όσα προβλέπει ο νόμος. Η ελεγκτική γνώμη μπορεί να εκδίδεται με ή χωρίς επιφυλάξεις, να είναι αντίθετη ή, σε περίπτωση που οι ελεγκτές αδυνατούν να εκφράσουν γνώμη, να λαμβάνει τη μορφή άρνησης γνώμης.
δ) Παραπομπή σε θέματα, στα οποία οι ελεγκτές επιθυμούν να επιστήσουν την προσοχή χωρίς να διατυπώσουν επιφυλάξεις στην ελεγκτική γνώμη.
ε) Ελεγκτική γνώμη σχετικά με το κατά πόσον η ετήσια έκθεση διαχείρισης του διοικητικού συμβουλίου αντιστοιχεί με τους ετήσιους λογαριασμούς του ιδίου οικονομικού έτους.Η έκθεση υπογράφεται και χρονολογείται από τους ελεγκτές».
1. Η υποπερίπτωση δδ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 42ε του Κ.Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:
«δδ) - ή έχει την εξουσία να ασκεί ή πράγματι ασκεί κυριαρχική επιρροή ή έλεγχο σε άλλη επιχείρηση (θυγατρική επιχείρηση), - ή, με άλλη επιχείρηση (θυγατρική επιχείρηση), υπάγονται στην ενιαία διεύθυνση της μητρικής επιχείρησης».
2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 90 του Κ.Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με την επιφύλαξη εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 97 και 99 η μητρική επιχείρηση και όλες οι θυγατρικές της επιχειρήσεις, καθώς και οι θυγατρικές των θυγατρικών της, ανεξάρτητα από την έδρα των θυγατρικών αυτών επιχειρήσεων, αποτελούν επιχειρήσεις υποκείμενες σε ενοποίηση».
3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 92 του Κ.Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:
«3. Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται όταν μία από τις υποκείμενες σε ενοποίηση επιχειρήσεις είναι εταιρεία της οποίας οι τίτλοι είναι εισηγμένοι προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά οποιουδήποτε κράτους -μέλους κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 13 της Οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 10ης Μαΐου 1993 (ΕΕ 1141/11.6.1993), σχετικά με τις επενδυτικές υπηρεσίες στον τομέα των κινητών αξιών».
4. α) Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 93 του Κ.Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται ως εξής:
«Η απαλλασσόμενη επιχείρηση και, με την επιφύλαξη εφαρμογής των άρθρων 97 και 99, όλες οι θυγατρικές της επιχειρήσεις ενοποιούνται στις οικονομικές καταστάσεις ενός μεγαλύτερου συνόλου επιχειρήσεων, του οποίου η μητρική επιχείρηση διέπεται από το δίκαιο κράτους - μέλους της ΕΟΚ.»
β) Η παράγραφος 3 του άρθρου 93 του Κ.Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:
«3. Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται σε εταιρείες των οποίων οι τίτλοι είναι εισηγμένοι προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά οποιουδήποτε κράτους - μέλους κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 13 της Οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 10ης Μαίου 1993».
5. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 95 του Κ.Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται ως εξής:
«Η απαλλασσόμενη επιχείρηση και, με την επιφύλαξη των άρθρων 97 και 99, όλες οι θυγατρικές της επιχειρήσεις, ενοποιούνται στις οικονομικές καταστάσεις ενός μεγαλύτερου συνόλου επιχειρήσεων».
6. Η παράγραφος 1 του άρθρου 100 του Κ.Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:
«1. Οι ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις περιλαμβάνουν:
α. τον ενοποιημένο Ισολογισμό,
β. τα ενοποιημένα Αποτελέσματα Χρήσεως,
γ. τον ενοποιημένο Πίνακα Κίνησης Ιδίων Κεφαλαίων,
δ. την ενοποιημένη Κατάσταση Ταμιακών Ροών,
ε. το ενοποιημένο Προσάρτημα.
Τα έγγραφα αυτά αποτελούν ενιαίο σύνολο».
7. α) Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 107 του Κ.Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:
«γ) Για καθεμία από τις επιχειρήσεις που, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 97, δεν περιλαμβάνονται στην ενοποίηση, πρέπει να παρέχονται οι πληροφορίες που προβλέπονται από τις υποπεριπτώσεις αα΄ και ββ΄ της προηγούμενης περίπτωσης β΄ και να εξηγούνται οι λόγοι εξαίρεσης αυτών των επιχειρήσεων, που αναφέρονται στο άρθρο 97».
β) Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 107 του Κ.Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται ως εξής:
«Για καθεμία από τις επιχειρήσεις που δεν αναφέρονται στις προηγούμενες περιπτώσεις β΄, γ΄ και δ΄, στις οποίες οι επιχειρήσεις που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση κατέχουν άμεσα ή μέσω τρίτων, που ενεργούν στο όνομα τους αλλά για λογαριασμό των επιχειρήσεων αυτών, ποσοστό μεγαλύτερο από 10% του κεφαλαίου τους αναφέρονται:».
8. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 107 του Κ.Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:
«Η ενοποιημένη ετήσια έκθεση διαχείρισης του διοικητικού συμβουλίου περιλαμβάνει, τουλάχιστον, την πραγματική εικόνα της εξέλιξης και των επιδόσεων των δραστηριοτήτων και της θέσης του συνόλου των επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση, καθώς και την περιγραφή των κυριότερων κινδύνων και αβεβαιοτήτων που αντιμετωπίζουν.
Η εικόνα αυτή πρέπει να δίνει μια ισορροπημένη και περιεκτική ανάλυση της εξέλιξης και των επιδόσεων των δραστηριοτήτων και της θέσης του συνόλου των επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση, η οποία αντιστοιχεί στο μέγεθος τους και στην πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων τους. Στο βαθμό που απαιτείται για την κατανόηση της εξέλιξης, των επιδόσεων ή της θέσης των επιχειρήσεων, η ανάλυση αυτή πρέπει να περιλαμβάνει τόσο χρηματοοικονομικούς όσο και, όπου ενδείκνυται, μη χρηματοοικονομικούς βασικούς δείκτες επιδόσεων, που έχουν σχέση με το συγκεκριμένο τομέα δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με περιβαλλοντικά και εργασιακά θέματα.
Στο πλαίσιο της ανάλυσης αυτής, η ενοποιημένη ετήσια έκθεση διαχείρισης περιλαμβάνει, όπου ενδείκνυται, αναφορές και πρόσθετες εξηγήσεις για τα ποσά που αναγράφονται στους ενοποιημένους λογαριασμούς».
9. Στο άρθρο 107 του Κ.Ν. 2190/1920 προστίθεται παράγραφος 4, ως εξής:
«4. Στις περιπτώσεις που, εκτός από την ετήσια Έκθεση Διαχείρισης, απαιτείται και ετήσια ενοποιημένη έκθεση, οι δύο αυτές εκθέσεις μπορούν να υποβάλλονται με τη μορφή ενιαίας έκθεσης. Κατά την κατάρτιση της ενιαίας αυτής έκθεσης, μπορεί να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στα θέματα εκείνα που έχουν σημασία για το σύνολο των επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση».
10. Το άρθρο 108 του Κ.Ν. 2190/1920 αντικαθίσταται, ως εξής:
«Άρθρο 108
Έλεγχος των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων
1. Οι ενοποιημένοι λογαριασμοί των εταιρειών ελέγχονται από ένα ή περισσότερα πρόσωπα, στα οποία, το κράτος - μέλος, το δίκαιο του οποίου διέπει τη μητρική επιχείρηση, έχει χορηγήσει άδεια διεξαγωγής νόμιμων ελέγχων βάσει της όγδοης οδηγίας 84/253/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Απριλίου 1984, για τη χορήγηση άδειας στους υπεύθυνους για το νόμιμο έλεγχο των λογιστικών εγγράφων (ΕΕ L126/12.5.1984).
Ο υπεύθυνος ή οι υπεύθυνοι για τον έλεγχο των ενοποιημένων λογαριασμών (εφεξής: «νόμιμοι ελεγκτές»), πρέπει, επίσης, να εκφράζουν τη γνώμη τους για το κατά πόσον η ενοποιημένη ετήσια έκθεση αντιστοιχεί στους ενοποιημένους λογαριασμούς του ιδίου οικονομικού έτους. Για το σκοπό αυτόν, η ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης του διοικητικού συμβουλίου πρέπει να τίθεται υπόψη του ή των ελεγκτών αυτών, τουλάχιστον 30 ημέρες πριν από την υποβολή της σε δημοσιότητα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 109.
2. Η έκθεση των νόμιμων ελεγκτών περιλαμβάνει οπωσδήποτε τα ακόλουθα:α) εισαγωγή, στην οποία προσδιορίζονται οι ενοποιημένοι λογαριασμοί που αποτελούν αντικείμενο του νόμιμου ελέγχου, καθώς και το συγκεκριμένο πλαίσιο χρηματοοικονομικής πληροφόρησης που εφαρμόσθηκε κατά την κατάρτιση τους,
β) περιγραφή του εύρους του νόμιμου ελέγχου, στην οποία αναφέρονται και τα ελεγκτικά πρότυπα βάσει των οποίων διενεργήθηκε ο νόμιμος έλεγχος,
γ) ελεγκτική γνώμη, στην οποία οι νόμιμοι ελεγκτές εκφράζουν, με σαφήνεια γνώμη, για το κατά πόσον οι ενοποιημένοι λογαριασμοί παρέχουν πιστή και πραγματική εικόνα, σύμφωνα με το αντίστοιχο πλαίσιο χρηματοοικονομικής πληροφόρησης και για το κατά πόσον οι ενοποιημένοι λογαριασμοί πληρούν τις απαιτήσεις του νόμου. Η ελεγκτική γνώμη μπορεί να εκδίδεται με ή χωρίς επιφυλάξεις, να είναι αντίθετη ή, σε περίπτωση που οι νόμιμοι ελεγκτές αδυνατούν να εκφράσουν γνώμη, να λαμβάνει τη μορφή άρνησης γνώμης,
δ) παραπομπή σε θέματα στα οποία οι νόμιμοι ελεγκτές επιθυμούν να επιστήσουν την προσοχή χωρίς να διατυπώσουν επιφυλάξεις στην ελεγκτική γνώμη τους,
ε) ελεγκτική γνώμη σχετικά με το κατά πόσον η ετήσια έκθεση διαχείρισης του διοικητικού συμβουλίου αντιστοιχεί στους ενοποιημένους λογαριασμούς του ιδίου οικονομικού έτους.3. Η έκθεση υπογράφεται και χρονολογείται από τους νόμιμους ελεγκτές.
4. Σε περίπτωση που οι ετήσιοι λογαριασμοί της μητρικής επιχείρησης επισυνάπτονται στους ενοποιημένους λογαριασμούς, η έκθεση των νόμιμων ελεγκτών, που απαιτείται κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, μπορεί να συνδυάζεται με οποιαδήποτε άλλη έκθεση των νόμιμων ελεγκτών, σχετικά με τους ετήσιους λογαριασμούς της μητρικής επιχείρησης που απαιτείται βάσει του άρθρου 37».
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 111 του Κ.Ν. 2190/1920, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση της με το άρθρο 6 του Ν. 3460/2006 (ΦΕΚ 105 Α΄), αντικαθίσταται, ως εξής:
«Με την επιφύλαξη του άρθρου 110, για την κατάρτιση των λογαριασμών (οικονομικών καταστάσεων) και της έκθεσης διαχείρισης των πιστωτικών ιδρυμάτων, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 36, 37, 38, 41, 42, 42α παράγραφοι 1 έως 3 και 5, 42β παράγραφοι 1, 2 και 4 έως 8, 42δ παράγραφος 2, 42ε παράγραφοι 1 έως 5, 7 έως 14 και 15 περ. β΄, 43, 43α παράγραφος 1 περιπτ. β΄, ιζ΄ και ιθ΄, 3 και 4, 43β παράγραφος 2, 43γ, 44, 44α, 45, 46 και 46α, όπως ισχύουν εφόσον στις διατάξεις των επόμενων άρθρων 112 έως 129 δεν ορίζεται διαφορετικά».
2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 134 του Κ.Ν. 2190/1920, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι ανώνυμες εταιρείες, των οποίων οι μετοχές ή άλλες κινητές αξίες είναι εισηγμένες σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά, καθώς και τα πιστωτικά και τα χρηματοδοτικά ιδρύματα, που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 6 του άρθρου 2 του Ν. 2076/1992 (ΦΕΚ 130 Α΄) και έχουν τη μορφή ανώνυμης εταιρείας συντάσσουν Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα που υιοθετούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως προβλέπεται από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 19ης Ιουλίου 2002, που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Ι_ 243) και των Κανονισμών που εκδίδονται από την Επιτροπή (Commission) κατ΄ εξουσιοδότηση των άρθρων 3 και 6 του Κανονισμού αυτού. Από τη διάταξη αυτή εξαιρείται η Τράπεζα της Ελλάδος».
3. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 143 του Κ.Ν. 2190/1920 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις που υποχρεωτικά θα συνταχθούν και θα δημοσιευθούν κατά το προηγούμενο εδάφιο από πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα των οποίων οι μετοχές ή άλλες αξίες δεν είναι εισηγμένες σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά, είναι εκείνες των χρήσεων που αρχίζουν μετά την 31η Δεκεμβρίου 2006».
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 63 του Ν.Δ. 400/1970 (ΦΕΚ 10 Α΄) που προστέθηκε με το άρθρο 2 του Π.Δ. 169/2000 (ΦΕΚ 156 Α΄) αντικαθίσταται, ως εξής:
«1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 62, για την κατάρτιση των ετήσιων και ενοποιημένων λογαριασμών (οικονομικών καταστάσεων) και της εκθέσεως διαχειρίσεως των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 36, 37, 41, 42, 42α (παράγραφοι 1 έως 3 και 5), 42β (παράγραφοι 1, 2 και 4 έως 8), 42δ (παράγραφος 2), 42ε (παράγραφοι 1 έως 5, 7 έως 14 και 15 περ. β΄), 43, 43α (παράγραφοι 1, περ. α΄ έως ζ΄ και θ΄ έως ιθ΄, 3 και 4), 43β (παράγραφοι 2 έως 6), 43γ, 44α, 45, 46 και 46α του Κ.Ν. 2190/1920 «περί Ανωνύμων Εταιρειών», όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν, εφόσον στις διατάξεις των επόμενων άρθρων 64 έως 78 δεν ορίζεται διαφορετικά».
2. Ο τίτλος «Προβλέψεις για κινδύνους και έξοδα» στο σημείο Ε του «Παθητικού» του υποδείγματος Ισολογισμού της παραγράφου 4.103 του Π.Δ. 148/1984 (ΦΕΚ 47 Α΄), όπως ισχύει, στο οποίο γίνεται παραπομπή από το άρθρο 65 του Ν.Δ. 400/1970 αντικαθίσταται από τον τίτλο «ʼλλες Προβλέψεις».
3. Στο τέλος της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 2Β του άρθρου 7 του Ν.Δ. 400/1970, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο, ως εξής:
«Το ανωτέρω επιπλέον τεχνικό απόθεμα καθίσταται υποχρεωτικό».
4. Στο Ν.Δ. 400/1970, όπως ισχύει, μετά το άρθρο 73 προστίθεται νέο άρθρο 73α, ως εξής:
«Άρθρο 73α
1. Όταν το Ενεργητικό και το Παθητικό αποτιμώνται σύμφωνα με το άρθρο 43γ του Κ.Ν. 2190/1920, όπως ισχύει, εφαρμόζονται οι παράγραφοι 2 έως 6 του παρόντος άρθρου.
2. Οι επενδύσεις που παρουσιάζονται ως στοιχεία του Ενεργητικού στη θέση Δ εμφανίζονται με την εύλογη αξία τους.
3. Όταν οι επενδύσεις εμφανίζονται με την τιμή κτήσης, η εύλογη αξία τους γνωστοποιείται στο Προσάρτημα των λογαριασμών.
4. Όταν οι επενδύσεις εμφανίζονται με την εύλογη αξία τους, η τιμή κτήσης γνωστοποιείται στο Προσάρτημα των λογαριασμών.
5. Σε όλες τις επενδύσεις οι οποίες περιλαμβάνονται σε θέση που φέρει αραβικούς αριθμούς ή παρουσιάζονται ως στοιχεία του Ενεργητικού στη θέση Γ σημείο Ι, εφαρμόζεται η ίδια μέθοδος αποτίμησης. Από την υποχρέωση αυτή επιτρέπονται παρεκκλίσεις, υπό την προϋπόθεση ότι κάθε παρέκκλιση θα αιτιολογείται στο Προσάρτημα.
6. Η μέθοδος ή οι μέθοδοι που εφαρμόζονται σε κάθε θέση επενδύσεων πρέπει να αναφέρονται στο Προσάρτημα των λογαριασμών μαζί με τα κατ΄ αυτόν τον τρόπο καθορισθέντα ποσά».
Άρθρο 5
Καταργούμενες διατάξεις
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται:
1 .α) Η παράγραφος 12 του άρθρου 133 του Κ.Ν. 2190/1920, όπως έχει αναριθμηθεί με την παράγραφο 2 του άρθρου 5 του Π.Δ. 367/1994 (ΦΕΚ 200 Α΄).
β) Το άρθρο 98 του Κ.Ν. 2190/1920.
γ) Η παράγραφος 3 του άρθρου 130 του Κ.Ν. 2190/1920.
2. Κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που έρχεται σε αντίθεση με τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή αναφέρεται σε θέματα που ρυθμίζονται από αυτόν.
Άρθρο 6
Ανάθεση δικαστικής εκπροσώπησης νομικών προσώπων
Σε περίπτωση που έχει ανατεθεί με νόμο στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους η δικαστική υποστήριξη και εκπροσώπηση άλλων, εκτός του Ελληνικού Δημοσίου, νομικών προσώπων, δύναται να ανατίθεται η δικαστική υποστήριξη και εκπροσώπηση τους και σε ιδιώτες δικηγόρους με απόφαση, η οποία λαμβάνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο του νομικού προσώπου και εγκρίνεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του εποπτεύοντος το νομικό πρόσωπο Υπουργού, ύστερα από γνώμη του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του.